Τρίτη 23 Σεπτεμβρίου 2014

ο χρόνος του βλέμματος




μετά τα χώματα σιωπής
κρατώ το βλέμμα στους αιώνες
εκείνου που περίμενα χωρίς να ξέρω ότι υπάρχει
κι όλων των άλλων που μου δίδαξαν
αυτό που δεν έχει καταγραφεί, το αόρατο του ονείρου μου
παραμένει το πιο ισχυρό
κι ας μη περιμένει στις διαβάσεις της λογικής
να εξηγηθεί σε κάποιο τροχαίο σεμινάριο επιβίωσης του είδους
κάθε που τολμώ να κοιτάξω στο μέσα άπειρο
αυτό το βλέμμα συναντώ
να μ' οδηγεί σε οροπέδια δύσβατα θνητών αισθημάτων
διατηρώντας την καθημερινή του αθανασία
απαραίτητο υγρό πυρ σε καμβά 
στη νικηφόρα μάχη του χρόνου
καθώς τα λάδια του θα σβήνουν τον ρεαλισμό
διατηρώντας μόνο την ειρωνεία του βλέμματος
αμφισβήτηση μιας γνώσης που με τα χρόνια 
έγινε βεβαιότητα για ν' αντέξει στους μονόδρομους

κι αρκεί μόνο ένα φευγαλέο κοίταγμα για να ανατρέψει 
τους κανόνες
ένα βιαστικό ξεφύλλισμα του βλέμματος για να καούν όλες οι τεχνητές ισορροπίες της Ιστορίας
ένα βλέμμα για να γραφούν απ'την αρχή τα ημερολόγια 

("Μακεδων" λάδι και στόκος σε καμβά του Λάζαρου Πάντου)

Αγγελος Ευθυμιάδης : ΣΕ ΕΙΔΑ


Σε είδα όταν έσκυβες το κεφάλι κάθε φορά που περνούσες δίπλα από ένα νεαρό περαστικό ζευγάρι.
Σε είδα και στο λεωφορείο, τα βλέμματα που έριξες στο κορίτσι , λίγες καρέκλες μπροστά σου, είδα επίσης ότι δεν είχατε πλάτες και κοιταζόσασταν από την αντανάκλαση των τζαμιών
και όταν τα βλέμματα σας συναντιόντουσαν, το τζάμι ράγιζε από ντροπή και εσείς ρίχνατε το φόβο σας στο πάτωμα .
Την είδα τη δειλία σας.
Τον είδα να αγαπάει όλο το κόσμο
και ο δικός του κόσμος τόσο φωτεινός που δε το ξέρει,
τόσο όμορφος που το αγνοεί,
τόσο αφελής να μην το καταλαβαίνει.
Τον είδα να φτιάχνει καφέ όταν ξυπνάει, να πλένεται, να κοιτιέται και να καταριέται που και σήμερα ξύπνησε.
Τον είδα με της φλέβες του σκουριασμένες
Τον είδα και στη ανάρρωση.
Τον είδα 35 χρονών να μένει με τους γονείς του στο σπίτι και να μην έχει δει γυμνό γυναικείο σώμα για χρόνια.
Τον είδα να στέκεται στα πόδια του και η μέρα πλέον ήταν μια απόλαυση,
μετά τον είδα με τις κόρες του ελάχιστες και πάντα να υπάρχει λόγος σε κάθε υποτροπή.
τον είδα, τους είδα, με είδα.

Τον είδα να χτυπάει και να σκοτώνει, τον είδα χωρίς ενοχές, τον είδα ατιμώρητο, τον είδα σε δωμάτια να βασανίζει.
Τον είδα με αίμα και τιμή να μαχαιρώνει με ένα απαίσιο ολοκληρωμένο μίσος.
Τον είδα να ρουφιανεύει για λίγα τσιγάρα.
Τον είδα κυρίως στη Θεσσαλονίκη, να προφέρει το λάμδα όπως πρέπει.
Τον είδα «ιδανικό και ανάξιο εραστή», τον είδα νεαρό ομοφυλόφιλο μα και κρυπτικο, να κοιτάει τους λάτρες της προκατάληψης με φόβο και την ερωτική του ζωή ανελεύθερη.
Τον είδα να οδηγεί μεθυσμένο και σίγουρο.
Τον είδα με ένα χέρι, με ένα πόδι, τον είδα σε καροτσάκι να ονειρεύεται τη ζωή με άλλο περπάτημα.
Τον είδα να πίνει όσο χρειάζεται
και αυτό το “όσο” τόσο εύστοχο, χωρίς κανόνα
και αυτό το “χρειάζεται” τόσο φανταστικό να το πιστεύει.
Την είδα να έχει στα μάτια τις θάλασσες και με ταξίδευε σαν το καράβι
και έλεγε θα « σ’ αγαπώ με τα καλοκαίρια».
Τον είδα να λέει ότι τα αστέρια δεν αξίζουν τόσο βλέμματα,
ότι ο ουρανός είναι ψεύτικος
και ο έρωτας τίποτα το σημαντικό.
Τον είδα να μετράει τα σκαλιά , μαντεύοντας πάντα  ότι τελειώνουν σε ζυγό αριθμό
και όταν περπατάει να πατάει τα πόδια του στα κενά από τα πλακάκια,
σας είδα που τον είπατε ψυχαναγκαστικό και όχι μόνο.
Τον είδα καινούργιο, έτοιμο για τα σκατά και για το μέλι που θα γευτεί,
έτοιμο να δει πιο καθαρά όλα όσα δεν είχε δει,
ζώντας και όχι αργοπεθαίνοντας
Τον είδα να κόβεται η ανάσα του κάθε φορά που άρθρωνε το σ’αγαπώ.
Τον είδα να σου λέει «χάρηκα» με βλέμμα διαρκώς εξασκούμενο σε γυμναστικές επιδόσεις αληθοφάνειας
και το τύλιγμα του χεριού του στη χειραψία άψογα προπονημένο στο σφίξιμο
τον είδα, τους είδαμε, μας είδανε, με είδα.
Αγγελος Ευθυμιάδης
πρώτη δημοσίευση περιοδικό ΕΝΤΕΥΚΤΗΡΙΟ 

τυμβωρύχοι


Θα υπάρχουν πάντα οι άνθρωποι που θα είναι έτοιμοι για την αγάπη κι οι άλλοι, που θα βασανίζονται μέχρι το τέλος να χτίσουν ένα τείχος δυστυχίας, για να μη πληγωθούν ξανά, αγνοώντας  πως μόνο έτσι μαθαίνουν να κατανοούν, δεν μπορείς να κάνεις τίποτε, ούτε για τους πρώτους, ούτε για τους δεύτερους, μπορείς απλά να τους δείξεις τον δρόμο κι αυτοί να μείνουν η να φύγουν. Όλα είναι επιλογές, άλλοι είναι έτοιμοι κι άλλοι δεν θα είναι ποτέ. 
Να αποφεύγετε τους ανθρώπους των λέξεων, είναι ο τρόπος τους να παραμένουν στη σιωπή, με άλλα κριτήρια επικοινωνούν, άλλα κοιτούν, άλλα προσέχουν, όχι του κόσμου τούτου. Αδέξια προσπαθούν να έρθουν σε επαφή,  τα κοινά να εντοπίσουν μήπως κι επικοινωνήσουν. Άλλα είναι άνθρωποι της σιωπής, μην υποκύπτετε στην πρόσκαιρη γοητεία τους, σκοτώνει. 
Μιας σιωπής που έφτασε μετά από μεγάλους πόνους, σκληρούς αποχαιρετισμούς, αναχωρήσεις απρόσμενες και χωρισμούς οδυνηρούς.  Οι λέξεις τους είναι το βάλσαμο στη δική τους πληγή, σπανιότερα γιατρεύουν κι άλλους. Όμως μόνο έτσι μπορούν πια να κοιμούνται το βράδυ, μόνο έτσι να ξυπνούν το πρωί. Γιατί όλοι μιλούν γι΄αγαπη. Ποιος την αντέχει είναι το θέμα, και τι κάνει ο καθένας γι΄ αυτήν. Οι άνθρωποι των λέξεων είναι η υπενθύμιση του κοινού μας  θανάτου της κοινής μας κατάληξης, μόνο που άλλοι κάτι θέλουν να κάνουν στον ενδιάμεσο χρόνο κι άλλοι απλά να ξεχαστούν στις αδυναμίες τους.   
Οι άνθρωποι των λέξεων κάτι προσπαθούν, μια παρηγοριά να γίνουν στον ενδιάμεσο χρόνο, άλλοι σώζονται, άλλοι σώζουν, όμως στο συναξαρισμα, σπάνια συναντας αγίους των λέξεων, είναι κι ο τρόπος της ζωής αυτός που οι λιθοβολισμοί και τα βασανιστήρια, οι αποκεφαλισμοί και οι σταυρώσεις γίνανε θέαμα για την πορνογραφική διάθεση των θεατών. Πως ν' αγιάσεις...
Γι΄αυτο αν συναντήσετε ανθρώπους των λέξεων τυχαία στη ζωή, προσπεράστε τους. Ίσως ν' αγιασουν μόνοι τους, σε μια σπηλιά του νου, από ασιτία της ψυχής και ερημία αγάπης. Προσπεράστε τους, δεν σας ζητούν οίκτο ούτε κατανόηση, την αδιαφορία σας, ζητούν. Όταν μετά από αιώνες οι αρχαιολόγοι βρουν τα απομεινάρια μας, το ίδιο θα τσακώνονται αν τα δάκτυλα στ'αγαλματα είναι Ελληνικού η Ρωμαϊκού ρυθμού, κανένας δε θα σκεφτεί ποιος από μας αγάπησε.  Έτσι εσείς να είστε απ' αυτούς που απλά θα αφεθούν να ξεχαστούν, πιστεύοντας  με αποδοχές και ρεαλισμό, ότι ζήσατε τη σύντομη ζωή σας. Όλα τα άλλα αφήστε τα στην αρχαιολογία του μέλλοντος, να αποφανθεί αν είχαν κάποια σπουδαιότητα. 


Πέμπτη 18 Σεπτεμβρίου 2014

ήρεμα


έτσι ήρεμα σαν θάνατος γίνεται ο αποχαιρετισμός, χωρις μεγάλα λόγια, χωρις δράματα, ήρεμα ειρηνικά και ανεπαίσθητα, για να απορροφηθούν οι κραδασμοί του στην σιωπή που θα ακολουθήσει, 
χωρίς ευθύνες και λόγια περιττά , δίχως κατηγορίες, σαν όλα να έχουν ειπωθεί από τα πριν, ίσως χρειαστούν μια δυο υποσχέσεις, έτσι για μια αμυδρή ελπίδα οτι τίποτε πραγματικά δεν τελειώνει, κι ας έχει συμβεί πριν τις αποφάσεις , κατά τα άλλα ήρεμα, σα θάνατος , ήρεμα να ακολουθήσει το πένθος που πάντα είναι ιδιωτικό, δεν αφορά κανέναν, ήρεμα . αυτό. 

Τετάρτη 17 Σεπτεμβρίου 2014

ενας δεν τον ξέρεις


αθόρυβα εισέρχομαι στη αίθουσα με μυστικές κινήσεις ξέροντας πως κάθε απροσεξία μου θα πληρωθεί με ένα θερμό χαιρετισμό σου και μόλις η τελετή τελειώνει και τα φώτα σβήσουν και το σκοτάδι απλώσει την οικειότητα του , εγώ ο ξένος,  θα αναχωρήσω όπως ήρθα, μαζί μου θα κρατώ μια εικόνα του Πάρη που μου την πέταξε κρυφά , σαν μήλο που δε δάγκωσα, αρτιμελής κι αγνός να παραμείνω μακράν των πειρασμών και των υποσχέσεων στον τέλειο κόσμο μου μέχρι που οι μηχανές θα πάρουν μπρος κι η αποσυμπίεση δώσει τη θέση της σε ένα δάκρυ που κράταγα για ώρες. 


photo by Paris Chatzikyriakos 

Δευτέρα 15 Σεπτεμβρίου 2014

βραδινό δέμα



Πήρα το δέμα με τα δώρα
την κάρτα διάβασα
τις λέξεις κράτησα
τον γραφικό της χαρακτήρα

βιαστικό
κι ευχάριστο
με μια αισιοδοξία στα σίγμα

χαμογελαστός άνθρωπος το έγραψε
σκανταλιάρικο παιδί

Τα δώρα τα άφησα
ήταν σταλμένα σε άλλη στιγμή
με άλλη συναισθηματική πρόθεση
κι αξία

Τις  λέξεις  

Αυτές κράτησα
και μετά
στις παύσεις έπεσα
στα κενά διαστήματα
την απομάκρυνση να μετρήσω
μήπως  σε σώσω
μήπως  σωθώ

από τις λέξεις που κράτησα για φυλακτό
κι αυτές μου χάρισαν
έναν λυτρωτικό
και  απροσδόκητο πνιγμό





Κυριακή 14 Σεπτεμβρίου 2014

με σχήμα αστεριού






απομακρύνεσαι
εισαι εκεί δηλώνεις "παρών" κι απομακρύνεσαι, 
σκύβω μαζεύω ότι απέμεινε, 
παράξενο... 
ένα χρυσόχαρτο τσαλακωμένο είναι, 
που κάποτε ήταν αστέρι. 

σκουπίζω τα χώματα, 
τα σημάδια από τις πατημασιές της αγάπης, 
το βάζω στη τσέπη, 
μια μέρα που ο ήλιος αργεί να βγει, 
μετά από μια νύχτα με αναπάντητες συνομιλίες εγωισμών. 
κι όμως 
είναι που εγώ περιμένω την αναπνοή σου 
για να βεβαιωθώ ότι θα σε πνίξω στις σωστές θερμοκρασίες της ανάγκης 
κι εσύ τη σκληρότητα των λέξεων μου 
κι αυτό να είναι  το καύσιμο για τη μηχανή της απομάκρυνσης σου. 
κι όλη η σκηνή να έχει μια μουσική. 
απαραίτητα μια μουσική . 
μόνο έτσι θα αντέξουμε χωρίς μαντήλια 
να χαιρετιόμαστε 
ξανά 
και ξανά 
μέχρι να απομακρυνθούμε εντελώς από το τοπίο. 
αφήνοντας 
τα τσαλακωμένα χάρτινα χρυσόχαρτα αστέρια μας 
για τους επόμενους.




photo by Stratos Kalafatis 

Σάββατο 13 Σεπτεμβρίου 2014

Γκόλφω



"Τα δάκρυα που έχυσα να γίνουνε βρυσούλες,
να πίνεις να δροσίζεσαι εσύ με τον καλό  σου,
όθε περνάς κι όθε πατείς λουλούδια να φυτρώνουν,
ο κόσμος να σε χαίρεται κι οι κλάψες που ’χω κάμει,
να γίνουν τριανταφυλλιές, κηπάρι ανθισμένο,
στον ίσκιο τους να κάθεσαι εσύ και ο καλός σου"

"Goλfw- The director's cut" του Σίμου Κακκάλα.

Παρασκευή 12 Σεπτεμβρίου 2014

σταγόνα


οτιδήποτε τελειώνει, δίχως λίγο αίμα, μάλλον δεν υπήρξε ποτέ
δεν πιστεύω στα αναίμακτα 
ποτέ δεν πίστεψα

αν κάτι υπήρξε ζωντανό
θα βγάλει μια σταγόνα αίμα

αλλιώς, 

είναι απλά η επίσημη ανακοίνωση 
ενός προαναγγελθέντος 
νεκρού συναισθήματος .

Πέμπτη 11 Σεπτεμβρίου 2014

ο ήλιος θα λάμψει


Θα έρθει η στιγμή που τα σκοτάδια μας, θα  τελειώσουν
δεν θα φοβόμαστε να δούμε την πληγή
θα έχουμε στείλει εκατοντάδες τραγούδια αγάπης ξημερώματα
και λέξεις 
"μου λείπεις", ¨"μια αγκαλιά" "να ήσουν εδώ"
θα φουλάρουν τα γραμματοκιβώτια

Θα έρθει μια στιγμή που δε θα μας τρομοκρατούν οι απαντήσεις
δε θα σκεφτόμαστε τι παιχνίδι μας παίζουν
μια στιγμή που θα αφεθούμε στο μεγαλείο που περιέχει ο καθένας
και δεν θα θέλουμε να το βάλουμε στα πόδια
θα έρθει μια στιγμή που θα κλειδώσουμε την αγάπη μας στη γέφυρα της Παναγίας των Παρισίων
για να ορκιστούμε ένα ακόμη επιπόλαιο "για πάντα" 
χωρίς ενοχές, δίχως τύψεις
που κι εμείς επιτέλους μπορούμε να ξεστομίσουμε μεγάλα λόγια
χωρίς να πληγώσουμε η να πληγωθούμε
και να μη μας νοιάζει
και θα χαμογελάμε δίχως λόγο
θα τηλεφωνούμε ώρες κοινής ησυχίας
να πούμε ατρόμητα σε θέλω σε θέλω σε θέλω 
και θα απορούμε  πως ξεστομίζεται η απουσία χρόνων τόσο εύκολα 
θα έρθει η μέρα που θα ξέρουμε με σιγουριά  
πως ότι κι αν έχει προηγηθεί 
όσο δηλητήριο κι αν μας πότισε η πρόσκαιρη ανασφάλεια  αποδοχής
όσο κι αν στη διαδρομή πολλές φορές το βάλαμε στα πόδια
κιοτέψαμε από τον φόβο της αγάπης 
κι αρνηθήκαμε την μυρωδιά των οργασμών
όσες φορές πληγώσαμε και αφήσαμε τα αίματα να τρέχουν
και τα σκοτάδια μας να μην έχουν τελειωμό 
θα έρθει μια στιγμή να δούμε κατάματα το γελοίο των δισταγμών μας 
τότε
ο ήλιος θα βγει 
δεν μπορεί 
θα βγει σου λέω
και θα λάμψει   


(οι κλειδαριές της αγάπης στη γέφυρα της Notre Dame)


(photo by Βαγγέλης Πράπας ) 

Δύο "επιγραφές"



στο τέλος θα μείνουν μόνο οι σκιές μας
κι η αντανάκλαση τους στον χρόνο
τότε θα πρέπει η Ιστορία να επαναπροσδιορίσει
αυτό που υπήρξαμε
και πόσο μας αναλογεί στην μνήμη

μόνο τότε θα ξέρουμε
αν αυτό ήταν μια μεγάλη αγάπη
μια μικρή ιστορία
μια πρόσκαιρη καύλα
μια γρήγορη ματιά
η το τίποτε

ο χρόνος μόνο μπορεί να δει την αντανάκλαση μας
η ότι απ’αυτή απομείνει
μοναδικός κριτής αυτός
μιας περιττής δικαίωσης
σε βάρος της αληθινής ζωής
καθώς εμείς δεν θα υπάρχουμε
η θα έχουμε εξαφανιστεί
τυλιγμένοι σε δυσανάγνωστες επιγραφές
ενός μυθολογικού ρεαλισμού
κόντρα στην ιστορία και την ως τώρα γνώση
του τι είναι αλήθεια και τι όχι
μέχρι να αποδειχτεί ότι οι "επιγραφές" μας
ήταν σπαράγματα επιστυλίων.

(photo by Βαγγέλης Πράππας )

Τρίτη 9 Σεπτεμβρίου 2014

χαρά είναι η γνώση


μόνο όταν δεν θα υπάρχω

θα μάθω τελικά αν υπήρξα ποτέ

η απλά ξοδεύτηκα με χαρά στο μεσοδιάστημα

αυτού που με ανόητη βιασύνη ονομάζουμε ζωή.

μόνο όταν δεν θα ζω

θα μάθω με σιγουριά αν έζησα

 κι όσο το ξεχνώ

τόσο θα αποφεύγω να νιώσω

αυτά που αξίζουν

κατρακυλώντας  με απελπισία


σ' αυτά που λάμπουν

απλά




ένα πρωί έχουν όλα τελειώσει
και δε σε νοιάζουν ούτε οι ερωτήσεις
ούτε οι εξηγήσεις πια

απλά έχουν τελειώσει
δεν υπάρχει τίποτε
παρά ένα λουλακί χωνάκι στο μπαλκόνι
που το βράδυ θα έχει κι αυτό μαραθεί 
η κίνηση στον δρόμο
το κλειστό τηλέφωνο 

λες:
όλα έχουν τελειώσει
κι αρχίζεις την μέρα σου από την αρχή 

σκέφτεσαι :
τι απλά που τελειώνουν έτσι όλα
αυτό ήταν λοιπόν;
και κρύβεις στον πόνο  αυτού του τέλους
το πιο εγκάρδιο χαμόγελο σου

και δε σε σ'απασχολεί 
μη μαθευτεί
οτι αυτο που σε γεμιζε χαρά 
ηταν η επίπονη  ανακάλυψη σου 
κι όχι η θλίψη μιας βολικής επανάληψης 
του τίποτε που περιφέρεις στην αγορά 

μα τωρα ακόμη κι αυτο
μοιάζει με ασκοπη προσπαθεια 
αρκεί που ένα πρωί το ξέρεις μόνο εσύ
πως
όλα έχουν τελειώσει
έτσι απλά  
με το ανοιγμα τον ματιων σου 
μετα απο εναν βαθυ υπνο ετων

Κυριακή 7 Σεπτεμβρίου 2014

πρωί


Μια μέρα ξυπνάς και δεν είναι πια εκεί, 
έχει φύγει, 
στη θέση του, υπάρχει μια ... πραγματικότητα, 
στην αρχή αισθάνεσαι την απουσία, 
ίσως κι ένα, "γιατί", σαν πούπουλο να ίπταται  στο δωμάτιο, 

μετά συνηθίζεις, 
πετάς τις μνήμες από το παράθυρο
κοιτάς την πόλη που συνεχίζει
και λες
"συνεχίζω κι εγώ"

κι ούτε μια φωνή, να σε ρωτήσει: "τι" 
ούτε ένα χέρι να σου πει "στάσου" 
δεν απέμεινε τίποτε
πέρα από σένα που ξυπνάς το πρωί 


(στη φωτογραφία ο  Πάνος Κ. ) 

Πέμπτη 4 Σεπτεμβρίου 2014

Ο Ποίας θα βάλει τη φωτιά





(στον Σταύρο Λ.)

Νωρίς το πρωί
σε βλέπω με την λευκή ιατρική ποδιά
στον αυτόματο πωλητή καφέδων
άλλη μια μέρα που πατάς τον όρκο και θα καπνίσεις
άλλη μια νύχτα που δεν κατάφερες να κοιμηθείς


Νωρίς το πρωί
έρχεσαι άκεφος για μια ακόμη ημερήσια αργοναυτική εκστρατεία
με εμφανή την  πλήξη σου για το χρυσόμαλλο δέρας
που κάποιος άλλος θα αρπάξει
κάποιος άλλος θα θανατωθεί στη δική σου εφημερία

Κι ενώ η μέρα προχώρα, ξεχνάς τους όρκους σου ξανά
πιάνεις το σπαθί και θες να σώσεις τους συντρόφους
από εχθρούς κι από μικρόβια
από αρρώστιες και Μήδειες ζηλόφθονες που καραδοκούν
κάτω από εμπύρετα ανατομικά κρεβάτια

Δεν το κάνεις για την ομορφιά
ούτε για ένα συγγνώμη που ξέχασες να πεις
Δεν το κάνεις για τη δόξα ούτε γιατί είσαι επιρρεπής στις μυθολογίες

Το κάνεις για να κοιμηθείς το βράδυ δίχως Χάρυβδες

κι  ας ξέρεις πως η εμμονή σου αυτή
στο τέλος θα έχει μόνο έναν νικητή

εσένα,
που έτοιμος θα βάλεις εκείνο το τελευταίο πρωί την φωτιά
παρακαταθήκη επίπονη στο γιό σου Φιλοκτήτη
για τη μοναξιά που μάζεψες και θες να μοιραστείς
μαζί με το τόξο και τα βέλη
που κάθε πρωί αφήνεις

δίπλα στον αυτόματο πωλητή καφέδων
όταν με καλημερίζεις

[πίνακας  Ντίνος Πετράτος]
[ πρώτη δημοσίευση DOC TV ]

Της πατρίδας το πρόσωπο


Τι χρώμα έχει η πατρίδα στα μικρά δωμάτια, τη νύχτα
τι μουσική μου στέλνει να σταθώ στ’αλωνι Διγενής
είμαι μακριά, το σήμα διακόπτεται
από ειδήσεις του συρμού,
που ξέχασαν τη λέξη νοσταλγία
ν’ αναφέρουν

Στους πρωινούς καφέδες, κοιτάζω να μου λείπει
ένα κομμάτι μου είναι εκεί,  το άλλο μες στην τσέπη
ένας ξερός βασιλικός και μια φωτογραφία της αγάπης
σε ζελατίνα διαφανή, για ζεστασιά στο κρύο

Τι πρόσωπο έχει η πατρίδα μου τη μέρα
καθώς βαδίζω στη δουλειά ανάμεσα σ’ αγνώστους
τι σχήμα, ανάμεσα σε κτίρια με υαλοκαθρέφτες
ποια αντανάκλασή της να κρατήσω

Το σήμα διακόπτεται, μια λέξη είναι η πατρίδα
μια λέξη ανομολόγητη που πάντα κουβαλώ
στη πιο βαθιά μου τσέπη, λύπη κενό πόνος  απουσία
μα και παρηγοριά

το σήμα διακόπτεται

δε σε λαμβάνω πια 

(στη φωτογραφια ο  MIke F.  πρωτη δημοσίευση ΕΝΤΕΥΚΤΗΡΙΟ )