(στον Σταύρο Λ.)
Νωρίς το πρωί
σε βλέπω με την λευκή ιατρική ποδιά
στον αυτόματο πωλητή καφέδων
άλλη μια μέρα που πατάς τον όρκο και θα καπνίσεις
άλλη μια νύχτα που δεν κατάφερες να κοιμηθείς
Νωρίς το πρωί
έρχεσαι άκεφος για μια ακόμη ημερήσια αργοναυτική εκστρατεία
με εμφανή την πλήξη
σου για το χρυσόμαλλο δέρας
που κάποιος άλλος θα αρπάξει
κάποιος άλλος θα θανατωθεί στη δική σου εφημερία
Κι ενώ η μέρα προχώρα, ξεχνάς τους όρκους σου ξανά
πιάνεις το σπαθί και θες να σώσεις τους συντρόφους
από εχθρούς κι από μικρόβια
από αρρώστιες και Μήδειες ζηλόφθονες που καραδοκούν
κάτω από εμπύρετα ανατομικά κρεβάτια
Δεν το κάνεις για την ομορφιά
ούτε για ένα συγγνώμη που ξέχασες να πεις
Δεν το κάνεις για τη δόξα ούτε γιατί είσαι επιρρεπής στις
μυθολογίες
Το κάνεις για να κοιμηθείς το βράδυ δίχως Χάρυβδες
κι ας ξέρεις πως η εμμονή
σου αυτή
στο τέλος θα έχει μόνο έναν νικητή
εσένα,
που έτοιμος θα βάλεις εκείνο το τελευταίο πρωί την φωτιά
παρακαταθήκη επίπονη στο γιό σου Φιλοκτήτη
για τη μοναξιά που μάζεψες και θες να μοιραστείς
μαζί με το τόξο και τα βέλη
που κάθε πρωί αφήνεις
δίπλα στον αυτόματο πωλητή καφέδων
όταν με καλημερίζεις
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου