Λυπούμαι αν η τροπή του λόγου μου
Δεν είναι αυτή
Που αρμόζει στις ημέρες μας
Κυρίες και Κύριοι,
Τίποτα δεν αρμόζει στις ημέρες μας
Κι επί πλέον συμβαίνει να΄μαι λυπημένη
(Οδ. Ελύτης «Μαρία Νεφέλη»)
Krankheit
der Jugend του
Ferdinand Bruckner
Μετάφραση- σκηνοθεσία: Πέμη Ζούνη
Σκηνικά-κοστούμια: Γιώργος Ασημακόπουλος
Επιμέλεια κίνησης: Φρόσω
Κορρού
Φωτισμοί: Στέλλα Κάλτσου
Μουσική επιμέλεια: Νικόλας
Μαραγκόπουλος
Βοηθός σκηνοθέτη: Στέλιος
Χατζηαδαμίδης
Άννα Μαντά -Μαρί
Ηλέκτρα Καρτάνου -Λούσυ
Άννα Ευθυμίου -Ντεζιρέ
Μιχάλης Συριόπουλος -Φρέντερ
Νικόλας Μαραγκόπουλος -Πετρέλ
Κορίνα Βασιλοπούλου -Ιρένε
Στέλιος Χατζηαδαμίδης -Αλτ
Krankheit der Jugend του Ferdinand Bruckner
Ο Φόβος που γεννιέται ανάμεσα στον ύπνο
και στον πόνο
Θεωρώ ότι η παράσταση που ετοίμασε για
το ΚΘΒΕ η Πέμη Ζούνη, έμπειρη ηθοποιός αλλά και εμπνευσμένη δασκάλα, είναι μια
επίκαιρη κι αναπάντεχα χρήσιμη προειδοποίηση
που ξεπερνά τα στενά όρια μιας απλής θεατρικής πράξης,
Είναι περισσότερο ένα καμπανάκι στον
εφυσηχασμό μας και την ανομολόγητη αδράνεια
μας, μπροστά στο καινούργιο, που όλοι βλέπουμε ότι έρχεται και την απελπισία
μας για τα αποτελέσματα ενός τούρμπο-καπιταλισμού, που πιστέψαμε ως ανάπτυξη κι ευημερία. Μιάς
πολιτικής συνθήκης που μας πρόδωσε σε
σημεία τόσο αόρατα ουσιαστικά, ώστε ακόμη ψάχνουμε να βρούμε τις αληθινές μας πληγές ανάμεσα σε δευτερεύουσες παράπλευρες
απώλειες.
Οι ήρωες με ευκολία μπορούν να
λειτουργήσουν σαν νέοι σπουδαστές Ιατρικής, κι ίσως κάποιοι μεγαλύτεροι βεβαίως
σήμερα, να ταυτιστούν με τα πρώτα χρόνια της σεξουαλικής απελευθέρωσης και της
αναζήτησης των ερωτικών τους ταυτοτήτων,
όμως πολύ φοβάμαι ότι αυτό, είναι μόνο μια πρώτη επιφανειακή ανάγνωση., βολική ως
θεατρική σύμβαση που η χειρουργικής ακρίβειας σκηνοθεσία, ευκολα μπορεί να σε
παρασύρει, όχι όμως. Γιατί τελικά δεν είναι μονο αυτό.
Το έργο, τόσα χρόνια μετά την πρώτη του
παρουσίαση, δεν αφορά μια ρεαλιστική η έστω
συμβολική αρρώστια της νιότης , αλλά βλέποντας
το σήμερα, λειτουργεί σαν μια αλληγορική
καταγραφή των 7 σταδίων του ψυχισμού ενός αναπτυσσομένου ατόμου από το στάδιο της
μήτρας έως το bing
bang της γέννησης
του.
Κι έτσι η επικαιρότητα του, είναι πολύ
πιο εφιαλτική, όταν κατανοείς κάπου στη μέση της παράστασης , ότι περιγράφει
την επόμενη γενιά, το next
level του
ανθρώπινου είδους, αυτό που θα υπάρχει μετά την εποχή των chat rooms, τον
άνθρωπο μετά την απομόνωση του, στο χάος μιας μη διαχειρίσιμης πλέον
κανονικότητας σε συνθήκες απόλυτης και προβλέψιμης συναισθηματικής και
κοινωνικής ασφυξίας.
Οι ήρωες στην ουσία είναι τρόφιμοι ενός ιδρύματος που προστατεύει
με σκληρότητα και ανελέητο φως, ένα παλιό ανθρώπινο είδος που επιβίωσε,
προσπαθώντας να κατανοήσει το νέο που εκκολάπτεται με απόλυτη ψυχραιμία και
μικροβιολογική παρατήρηση.
Τα αποτελέσματα αυτής της έρευνας η
σκηνοθέτις, τα αφήνει ανοιχτά ανάλογα με το ταλέντο επινόησης της αληθινής ζωής
που διαθέτει ο κάθε θεατής. Κι αυτό αυτόματα καθιστά το έργο μια τολμηρή ομαδική
ψυχαναλυτική συνεδρία όπου τα όρια δεν είναι χρονικά, αλλά βασίζονται στην συναισθηματική
αντοχή που διαθέτει ο καθένας μας.
Θεωρώ ότι η κα Ζούνη έχει καταφέρει με εξαιρετικά ανόθευτο επιτελείο νέων, αλλά σε βάθος καταρτισμένων ηθοποιών,
να δώσει ένα τολμηρό θεατρικό έργο, όχι για το θέμα του, αλλά για τους κραδασμούς
που αυτό θα προκαλέσει, με ανελέητα τρόπο, σε απενεργοποιημένους από καιρό υποσυνείδητους θαλάμους θεατών και ταυτόχρονα να λειτουργήσει με το
πιο αιχμηρό και μοντέρνο τρόπο σαν πέλεκυς για την κατασκευασμένη μας φοβία,
θέτοντας τον πραγματικό φόβο στο σωστό του πλαίσιο.. Αυτόν που εκκολάπτεται ανάμεσα «στον ύπνο και τον πόνο».
Κι έτσι, αντί όπως περίμενα να δω ένα ακόμη
έργο ενηλικίωσης, έγινα μάρτυς σε μια κυνική, καθαρή μα κι ιδιαίτερα επίπονη προειδοποίηση εξαφάνισης, μια προβολή
του μέλλοντος που αναλογεί, στο είδος που ακόμη στην εποχή μας, ονομάζουμε… άνθρωπο.
Και γι’αυτό την ευχαριστώ πολύ.
τφ
το σημείωμα της σκηνοθετιδας :
Ευρώπη. Βιέννη. Kolingasse 7. Δεύτερος
όροφος. Δωμάτιο 5.
Και ας πούμε ότι είναι μια Τετάρτη του
Μαρτίου, του καθόλου σωτηρίου έτους 1923.
Εκεί εστιάζει τη ματιά του ο Φ.
Μπρούκνερ. Σε ένα τυχαίο δωμάτιο της πανσιόν της κυρίας Σίμμελμπροτ. Σε επτά
τυχαίους νεαρούς φοιτητές – επτά ψυχές πεταμένες στα απόνερα του Α΄ Παγκόσμιου
Πολέμου.
Τι
τον εμπνέει άραγε; Τι θέλει να καταγράψει; Οι φράσεις του αδρές και ευθύβολες.
Οι χαρακτήρες κλειστοί.
Συνευρίσκονται, συνομιλούν,
αλληλοπληγώνονται.
Διαβλέπεις τον πυρετό στο παγωμένο
δωμάτιο. Η φρίκη του πολέμου αποσιωπάται πεισματικά. Όπως ο εφιάλτης, που έχεις
την αβάσταχτη υποψία ότι δεν ήταν όνειρο.
Έξω, η επιστήμη και η διανόηση αγγίζουν
τις μεγάλες τους στιγμές. Η τέχνη εκρήγνυται. Η φτώχεια καταλύει τις αντοχές. Η
εξουσία είναι παρανοϊκή και ανεξέλεγκτη. Η διαφθορά και η διαπλοκή γίνονται ο
μόνος αποδεκτός νόμος. Ο υπόκοσμος
φωτίζει τη νύχτα.
Μέσα σ΄ αυτό το δωμάτιο όμως «η νιότη,
αγουροξυπνημένη» χτυπιέται στους τέσσερεις τοίχους, βγάζει τη γλώσσα της στον
θάνατο και αρνείται να σώσει την ψυχή της. Πολλά υποσχόμενη και ανελέητη. Αφού
θεωρείται ικανή για τα πάντα. Αφού αυτή η ίδια φταίει για τους ιούς που της
μετέδωσαν. Αφού η κληρονομιά της συνοψίζεται σχεδόν στη φράση του σύγχρονού
τους ζωγράφου Έγκον Σίλε: «Όλα είναι πεθαμένα ενόσω ζουν». Ή σε εκείνην του
αγαπημένου τους Τόμας Μαν «Υπάρχουν δύο τρόποι να ζήσεις: ο ένας είναι ο
κοινός, ευθύς και γενναίος. Ο άλλος είναι κακός, περνάει μέσα από το θάνατο,
και είναι ο ευφυής τρόπος».
Κι έτσι όπως αρνούνται να ενηλικιωθούν,
έτσι όπως παίζουν κακά παιχνίδια, γλιστράνε. «Ένα τόσο δα βηματάκι…» Πόσο
απέχει, έτσι κι αλλιώς, το τίποτα. Το ποτέ. Το κανείς.
Ένα μικρό βηματάκι χωρίζει την απουσία
νοήματος από την ίδια την απουσία.
Η νιότη ασπαίρουσα μέσα στον ζόφο…
Όλο το φως του σκοταδιού σε επτά
αντι-ήρωες.
Αυτό έχουν να σηκώσουν οι επτά
πρωταγωνιστές. Θέλει γενναιότητα καταβύθισης.
Τόλμη περιπλάνησης σε ατραπούς
επισφαλείς. Ικανότητα επικίνδυνης ισορροπίας. Ήθος και ευρυχωρία ψυχής.
Έτσι πορεύτηκαν οι ηθοποιοί αυτούς τους
τρεις μήνες. Σπάζοντας πέτρες, ενίοτε και τα μούτρα τους – αλλά ποτέ με
σπασμένο το ηθικό. Έτσι ανθίζουν μέρα με τη μέρα, έως αυτή τη στιγμή που
γράφονται τούτες οι σκέψεις. Έτσι θα συνεχίζουν να ανθίζουν, διάπλατα ανοιχτοί,
μπροστά στα αδιάκριτα βλέμματα των θεατών, μέσα στο δωμάτιο 5.
Με τη διαστροφή του χειρουργού και τη
γενναιότητα των χαρακωμάτων.
Αλλά
«Μόνο οι γενναίοι αγαπούν, οι άλλοι
απλώς ξεγελούν τα όνειρα...
Αυτοί (sic) είναι στους πρώτους».
Πέμη Ζούνη
(Η ΑΡΡΩΣΤΙΑ ΤΗΣ ΝΙΟΤΗΣ στο Νέο Υπερώο της ΕΜΣ από 30 Απριλίου)
πρώτη δημοσίευση ΠΑΡΑΛΛΑΞΗ